Για τη γειτονιά των Αγγέλων «έφυγε» χθες το βράδυ, στα 83 του χρόνια. ο διεθνούς φήμης Συριανός ζωγράφος Μιχάλης Μακρουλάκης, μετά από πολύμηνη μάχη με ένα σοβαρό εγκεφαλικό επεισόδιο που υπέστη φέτος το καλοκαίρι.
Ένας υπέροχος, φωτεινός άνθρωπος, δοτικός και προσηνής, βαθιά φιλοσοφημένος, ευγενής, ζάμπλουτος σε γνώσεις και εμπειρίες, με πάθος για τη ζωή, τις τέχνες και τους ανθρώπους.
Η ομάδα του Syrostoday είχε την τιμή και τη χαρά να συνεργάζεται αποκλειστικά μαζί του σε διάφορα Project του τα τελευταία 12 χρόνια και να μοιράζεται σχεδόν καθημερινά τη μοναδική οπτική με την οποία προσέγγιζε τη ζωγραφική, τις αφηγήσεις του από τις πλούσιες κοσμοπολίτικες εμπειρίες του και πολλά άλλα. Τον θεωρούσαμε και μας θεωρούσε κάτι παραπάνω από οικογένεια.
Με πόνο ψυχής, αλλά γεμάτοι πνευματικά από την συναναστροφή μαζί του, αποχαιρετούμε ένα χαρισματικό Άνθρωπο, ένα μοναδικό Δάσκαλο και ένα σπάνιο Φίλο, ευχόμενοι στους οικείους του τα θερμότατα συλληπητήριά μας.
Ας είναι ελαφρύ το χώμα που θα τον σκεπάσει.
Καλό ταξίδι στο Αιώνιο Φως, αγαπημένε μας κ. Μιχάλη!
Στο επανιδείν!
Βιογραφικό
Γεννήθηκε στην Ερμούπολη της Σύρου στις 31 Μαΐου του 1940. όπου έζησε μέχρι το 1957, όταν και μετακόμισε στην Αθήνα.
Σπούδασε σκηνογραφία, ενδυματολογία και ζωγραφική (1958-64) στο Αθηναϊκό Τεχνολογικό Ινστιτούτο (Σχολή Δοξιάδη), με δασκάλους τους Σπύρο Βασιλείου, Τάσσο, Γιάννη Τσαρούχη, Θανάση Απάρτη, κ.ά. Μαθήτευσε επίσης κοντά στον Π. Βυζάντιο, ο οποίος τον προέτρεψε να ασχοληθεί με τη ζωγραφική. Η πρώτη του ατομική έκθεση πραγματοποιήθηκε στην Αίθουσα Τέχνης Αθηνών το 1969. Το 1971 επισκέφθηκε την Τεχεράνη, όπου εγκαταστάθηκε έως το 1978.
Η επαφή του με τη ζωγραφική είχε ξεκινήσει ήδη από τα εφηβικά του χρόνια, ενώ η σχέση του με τη φωτογραφία αναπτύχθηκε την περίοδο 1959 έως 1964, όταν και εργάστηκε πλάι στον Γιάννη Τσαρούχη.
Από τον Τσαρούχη δανείστηκε τη σκηνογραφική τοποθέτηση των ανθρώπων στους πίνακές του και από τον Νίκο Νικολάου την τεχνική του γαλακτώματος αυγού. Εργάστηκε ως σκηνογράφος, από το 1963 έως το 1966, σε διάφορες θεατρικές σκηνές της Αθήνας, αλλά αποφάσισε να αφιερώθει στη ζωγραφική.
Η γνωριμία του με τον Περικλή Βυζάντιο, σε ένα εστιατόριο στην Τσακάλωφ 18 στο Κολωνάκι, υπήρξε καθοριστική για την πορεία του, καθώς τον έφερε σε επαφή με την κόρη του, Μαριλένα Λιακοπούλου, που είχε τη γκαλερί «Αίθουσα Τέχνης Αθηνών - Χίλτον», με την οποία και συνεργάστηκε τα επόμενα είκοσι πέντε χρόνια.
Το 1969 πραγματοποίησε την πρώτη ατομική του έκθεση με νησιωτικά τοπία, τον κατάλογο της οποίας προλόγησε ο Τσαρούχης. Παράλληλα, η Hammer Galery της Νέας Υόρκης του πρότεινε να εργαστεί εκεί για ένα χρόνο και να πραγματοποιήσει μια έκθεση, όμως, ύστερα από προτροπή του Πέρση φίλου του, Bizan Saffari, δέχθηκε τις επανειλημμένες προτάσεις του για ένα ολιγόμηνο ταξίδι στην Τεχεράνη.
Έτσι, το 1971, με αφορμή τη φιλοτέχνηση του πορτραίτου της βασίλισσας του Ιράν Φαράχ Παχλαβί, ταξίδεψε στην ασιατική χώρα όπου εγκαταστάθηκε και έζησε μέχρι την πτώση του καθεστώτος του Σάχη, το 1978.[ Από το 1980 επισκεπτόταν τακτικά τη Σύρο στην Παρακοπή, όπου ήταν το σπίτι της αδερφής του πατέρα του, ενώ από το 1991 έως το 2023 έζησε στον Φοίνικα[7].
Τεχνοτροπία
Κατά τα πρώτα στάδια της καλλιτεχνικής του πορείας, ο Μακρουλάκης ασχολήθηκε με την τοπιογραφία και συγκεκριμένα με τη ρεαλιστική απεικόνιση του ελληνικού τοπίου. Στη συνέχεια η τέχνη του απέκτησε μια εντυπωσιακή φωτορεαλιστική ακρίβεια, ενώ η θεματολογία του πλουτίστηκε με εικόνες εσωτερικών χώρων, νεκρές φύσεις και ανδρικά γυμνά, που παραπέμπουν συχνά στην κλασική αναγεννησιακή ζωγραφική, με πολλά ποιητικά, σουρεαλιστικά ή ονειρικά στοιχεία. Η ζωγραφική καθαρότητα, η φωτεινή και αισθησιακή ατμόσφαιρα, η λεπτομερειακή περιγραφή και η επιμονή στην ανάδειξη της ομορφιάς των καθημερινών πραγμάτων χαρακτηρίζουν το σύνολο της δουλειάς του. Τα έργα του, μικρών και μεγάλων διαστάσεων, έχουν έντονα ελληνικό χρώμα, αλλά φανερώνουν και επιρροές από την τέχνη της Ανατολής, ιδίως από τις περσικές μινιατούρες, τις οποίες είχε την ευκαιρία να γνωρίσει κατά την οκταετή παραμονή του στην ιρανική πρωτεύουσα.
Κατά τη δεκαετία του 1960 εργάστηκε και ως σκηνογράφος και ενδυματολόγος, αρχικά ως βοηθός του Γ. Τσαρούχη, και στη συνέχεια ως συνεργάτης του Θεάτρου Τέχνης του Κάρολου Κουν και άλλων αθηναϊκών θεάτρων.
Η εκθεσιακή του δραστηριότητα περιελάμβανε ατομικές παρουσιάσεις στην Ελλάδα, την Τεχεράνη και την Γερμανία, καθώς και πολλές συμμετοχές σε Πανελλήνιες και άλλες ομαδικές εκθέσεις σε Ελλάδα και εξωτερικό. Το 2013 οργανώθηκε μεγάλη αναδρομική του έκθεση με 153 έργα και με τίτλο Η Αρμονία των Εικόνων 1956-2013, στην Αθήνα (Ίδρυμα Εικαστικών Τεχνών Β. & Μ. Θεοχαράκη).
Τα τελευταία χρόνια ζούσε και εργαζόταν σε Αθήνα και Σύρο.