Tο απευθείας χτύπημα του Ιράν εναντίον του Ισραήλ για πρώτη φορά τα ξημερώματα της περασμένης Κυριακής δημιουργεί εκ των πραγμάτων νέα δεδομένα στη Μέση Ανατολή.
Η Τεχεράνη πράγματι υπερέβη την κόκκινη γραμμή που είχαν θέσει Ηνωμένες Πολιτείες και Ισραήλ, αφού μέχρι τώρα χρησιμοποιούσε πληρεξούσιους για να υπονομεύει την ασφάλεια του σιωνιστικού καθεστώτος. Οχι ότι αυτοί δε συνιστούσαν απειλή για το Ισραήλ. Αλλωστε, η τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς την 7η Οκτωβρίου του 2023 ανέτρεψε το αίσθημα ασφάλειας πολλών Ισραηλινών, πλήττοντας καίρια το γόητρο ενός κράτους που επενδύει τα πάντα στην ασφάλεια του.
Ομως, οι στρατιωτικές δυνατότητες του Ιράν είναι πολλαπλάσιες όλων των συμμάχων του και βέβαια στο επίκεντρο της προσοχής του Ισραήλ και της διεθνούς κοινότητας βρίσκεται το πυρηνικό του πρόγραμμα.
Η χρονική συγκυρία είναι η χειρότερη δυνατή. Στο τιμόνι του Ισραήλ βρίσκεται ένας πολιτικός, ο οποίος επενδύει στην ένταση και τη συντήρηση αυτής προκειμένου να διατηρείται στην εξουσία. Απαρτίζεται από μια κυβέρνηση ακραίων στοιχείων. Ωστόσο, η επίθεση του Ιράν, αν μη τι άλλο, ενίσχυσε περαιτέρω τον Νετανιάχου, που δεν κλονίζονταν τόσο όσο κάποιοι ευσεβώς το παρουσίαζαν, για δύο λόγους: Γιατί αποκρούστηκε με επιτυχία από το Ισραήλ, τους εταίρους του και άλλες περιφερειακές δυνάμεις, όπως η Ιορδανία και η Σαουδική Αραβία, και διότι υποχρεώνει τους δυτικούς και τους Αμερικανούς, οι οποίοι ήταν ιδιαίτερα επικριτικοί απέναντι στον Ισραηλινό πρωθυπουργό, να συνταχθούν μαζί του, λόγω της περιφερειακής απειλής που συνιστά το Ιράν.
Επιπλέον, και στο εσωτερικό βγαίνει κερδισμένος για την ώρα, γιατί για το Ισραήλ η απειλή που συνιστά το Ιράν είναι υπαρξιακή. Διόλου δεν αποκλείεται, εκ των στόχων της ιρανικής απάντησης να ήταν η ενίσχυση του Νετανιάχου, στη λογική ότι οι ακραίες απόψεις του δεν επιτρέπουν τον διάλογο και διαιωνίζουν την δραματική κατάσταση στη Γάζα, αλλά και εμπεδώνουν ένα αρνητικό προφίλ του Ισραήλ στο διεθνές στερέωμα.
Ενδυναμωμένη με επικοινωνιακούς όρους βγαίνει και ιρανική ηγεσία, η οποία αμφισβητείται, ειδικότερα από τη νέα γενιά, στρέφοντας την προσοχή όχι στην οικονομία και την καταπίεση στο εσωτερικό, αλλά στον περιφερειακό ρόλο του Ιράν στην ευρύτερη περιοχή και την υπεράσπιση των Παλαιστινίων. Η Τεχεράνη θέλησε να δείξει με την επίθεση με τα drones και τους βαλλιστικούς πυραύλους εναντίον του Ισραήλ ότι δεν αστειεύεται και ότι είναι η μόνη που στέκεται σθενάρα απέναντι στο Τελ Αβίβ και τις επιχειρήσεις του στη Γάζα, ενώ οι αραβικές ηγεσίες σιωπούν, δείχνοντας συμβιβασμένες με την κατάσταση.
Σε επίπεδο αραβικών κοινωνιών, όπως συμβαίνει και με μία άλλη μη αραβική χώρα, την Τουρκία, το Ιράν εμφανίζεται ως η προστάτιδα δύναμη μουσουλμάνων και Αράβων. Και ναι μεν η ιρανική ηγεσία θέλει να αναδιπλωθεί από την ευρύτερη μέση Ανατολή, γιατί η υπερέκταση των δυνατοτήτων της επηρεάζει αρνητικά την οικονομία, αλλά και αντλεί συνεχώς ανθρώπινο, διπλωματικό και στρατιωτικό κεφάλαιο. Ωστόσο τα συμβαίνοντά στην Γάζα της προσφέρουν μία μοναδική ευκαιρία να εδραιωθεί ως το αντίπαλον δέος του Ισραήλ στη Μέση Ανατολή. Και να χρεώσει στο τελευταίο την αναγκαιότητα να αναπτύξει πυρηνικά ως αποτρεπτικό μέσο εναντίον του.
Ο Αμερικανός πρόεδρος βρίσκεται επίσης σε πολύ δύσκολη θέση. Το Ισραήλ έχει αγνοήσει τις εκκλήσεις των ΗΠΑ για κατάπαυση του πυρός στη Γάζα, για ενίσχυση της ανθρωπιστικής βοήθειας και πιο στοχευμένες επιχειρήσεις. Επίσης, φέρεται να μην ενημέρωσε τον αμερικανικό παράγοντα για την επίθεση στο γενικό προξενείο του Ιράν στην Δαμασκό. Ακολουθεί δηλαδή μία αυτόνομη πορεία, αλλά ταυτόχρονα αξιώνει την αμερικανική βοήθεια και κάνει δημόσια παράπονα ότι δεν υποστηρίζεται αρκετά. Το Ισραήλ κλιμακώνει χωρίς να συναινούν οι Αμερικανοί και μετά την ιρανική επίθεση βρισκόμαστε σε σημείο καμπής. Το Τελ Αβίβ με τη εξουδετέρωση υψηλόβαθμων στελεχών στο γενικό προξενείο του Ιράν στη Δαμασκό την 1η Απριλίου θέλησε να δείξει στην Ουάσιγκτον ότι αυτό κάνει κουμάντο στην περιοχής στον απόηχο της (προειδοποιητικής) αποχής των ΗΠΑ στον ΟΗΕ σε ψήφισμα για τη Γάζα.
Η αμερικανική στήριξη στο Ισραήλ είναι δεδομένη, όμως η παροχή λευκής επιταγής στην κυβέρνηση Νετανιάχου είναι επικίνδυνη. Ο Μπάιντεν σε καμία περίπτωση δεν επιθυμεί τη στρατιωτική εμπλοκή των ΗΠΑ σε ένα περιφερειακό πόλεμο, προσπαθεί να συγκρατήσει το Ισραήλ στη Γάζα και ξεκαθαρίζει ότι σε τυχόν συντριπτικό πλήγμα σε βάρος του Ιράν το Ισραήλ (θα) είναι μόνο του. Ωστόσο, τα χέρια του είναι δεμένα. Σε λιγότερο από έξι μήνες διεξάγονται οι προεδρικές εκλογές. Κάθε ψήφος μετράει σε μία αναμέτρηση με τον Τραμπ που σήμερα δείχνει αμφίρροπη.
Ετσι, ο ένοικος του Λευκού Οίκου δέχεται πιέσεις είτε για να στηρίξει πιο αποφασιστικά το Ισραήλ, είτε να επιβάλει περιορισμούς στη στρατιωτική βοήθεια προς αυτό. Η νέα γενιά του γυρίζει την πλάτη, κατηγορώντας τον για ανοχή απέναντι στον αμετροεπή Νετανιάχου. Οι συντηρητικοί τον καταγγέλουν για επίδειξη αδυναμίας απέναντι στο Ιράν και γιατί έτσι στέλνει ανάλογο μήνυμα στον διεθνή «άξονα του κακού». Το αραβικό και μουσουλμανικό στοιχείο είναι σημαντικός παράγων σε πολιτείες κλειδιά, όπως το Μίτσιγκαν (5% των ψηφοφόρων) και η Πενσιλβάνια (περίπου 2%), όταν στην τελευταία ο Μπάιντεν επικράτησε το 2020 με 50,01%, έναντι 48,84% για τον Τραμπ, μια διαφορά μικρότερη των 81.000 ψήφων.
Οι Αραβες και μουσουλμάνοι Αμερικανοί δηλώνουν δυσαρεστημένοι με τον Μπάιντεν και του ζητούν να επιβάλλει περιορισμούς και όρους στις πωλήσεις όπλων στο Ισραήλ ώστε να διακόψει τις επιχειρήσεις στη Γάζα. Μπορεί να μην ψηφίσουν τον Τραμπ, αλλά να απέχουν από τις εκλογές. Και τέλος, το φιλοϊσραηλινό λόμπι, που χρηματοδοτεί υποψήφιους και ασκεί επιρροή στα πολιτικοοικονομικά δρώμενα, κινείται σε αντίθετη κατεύθυνση. Μάλιστα, παρότι αρκετοί Αμερικανοεβραίοι είναι ενοχλημένοι με τον Νετανιάχου, συμφωνούν ότι Χαμάς και Ιράν συνιστούν υπαρξιακή απειλή για το σιωνιστικό έθνος και πιέζουν για την ακόμα μεγαλύτερη υποστήριξη του.
Σε αυτό το περιβάλλον, Ρωσία και η Κίνα «τρίβουν τα χέρια τους», γιατί έχουν επαναπροσδιοριστεί οι προτεραιότητες των Αμερικανών, γεγονός που δίνει στους πρώτους μεγαλύτερα περιθώρια κινήσεων στα πεδία ενδιαφέροντος τους. Εν τω μεταξύ, η προσπάθεια των Αμερικανών να εξασφαλίσουν τη μεγαλύτερη δυνατή υποστήριξη στο μέτωπο της Ουκρανίας αλλά και απέναντι στην Κίνα εκ των πραγμάτων αποδυναμώνεται.
Τις επόμενες εβδομάδες θα δοκιμαστούν αντοχές και όρια όλων των δρώντων. Οι Αμερικανοί υπερασπιζόμενοι την άμυνα του Ισραήλ, καταρρίπτοντας drones και πυραύλους, αξιώνουν μεγαλύτερο λόγο και ρόλο στις εξελίξεις. Και επιδιώκουν το Τελ Αβίβ να διαβουλεύεται μαζί τους πριν από μεγάλες αποφάσεις.
Λογικά το Ισραήλ θα επιδείξει μεγαλύτερη αυτοσυγκράτηση απ’ότι στη Γάζα. Αν, ωστόσο, έχει αποφασίσει να χτυπήσει τη ριζά του κακού, δηλαδή το Ιράν, στην κατεύθυνση ότι είναι τώρα η στιγμή να ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς μαζί του και όχι μόνο με τους πληρεξουσίους του, ώστε να ζήσει εν συνεχεία σε συνθήκες ασφάλειας, οπωσδήποτε θα δοκιμαστεί η συνοχή της σχέσης με τις ΗΠΑ. Ο Νετανιάχου θεωρεί ότι ο Μπάιντεν έχει δεμένα τα χέρια του και ίσως αποφασίσει να τον δεσμεύσει, με την άνεση ότι ο αντίπαλος του (Τραμπ) είναι ακόμη πιο κοντά στον ισραηλινό πρωθυπουργό. Αν από την άλλη, δεν το κάνει, θα ζητήσει ανταλλάγματα, για ισχυρότερες κυρώσεις απέναντι στο Ιράν, αλλά και μεγαλύτερη αμυντική υποστήριξη.