Στην κοινή συνισταμένη ότι η Κάμαλα Χάρις έστησε παγίδα στον Τραμπ στο σημερινό ντιμπέιτ με τον υποψήφιο των Ρεπουμπλικανών να χάνει την ψυχραιμία του με αποτελεσμα η τελική εικόνα να γέρνει προς την αντιπρόεδρο των ΗΠΑ καταλήγουν τα μεγαλύτερα διεθνή μέσα ενημέρωσης.
BBC, Guardian, Washington Post, NBC News, Sky News, New York Times σε αναλύσεις τους επισημαίνουν ότι το σχέδιο της Χάρις, που τελικά απέδωσε, ήταν να «ταρακουνήσει» τον αντίπαλό της σε τέτοιο βαθμό ώστε εκείνος να θυμίσει τον παλαιό - κακό - του εαυτό φτάνοντας μέχρι του σημείου να υποστηρίξει (ψευδώς) ότι μετανάστες «τρώνε κατοικίδια στο Οχάιο».
Όπως περιγράφει το Sky News η Χάρις στην πραγματικότητα κέρδισε τον Τραμπ στο «γήπεδό» του επιδεικνύοντας «επιθετικότητα, προσβολές αλλά και έλλειψη σεβασμού» με έναν τρόπο που όμοιό του δεν έχει αντιμετωπίσει ποτέ ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ. «Χρησιμοποίησε την εκπαίδευσή της ως εισαγγελέας και τον αναστάτωσε» προσθέτει το βρετανικό μέσο ενημέρωσης».
Η Κάμαλα Χάρις φρόντισε να δώσει τον τόνο με την έναρξη του ντιμπέιτ, όταν πλησίασε τον Τραμπ και του έδωσε το χέρι, μια κίνηση που ο Ρεπουμπλικανός πολιτικός δεν περίμενε.
Όπως παρατηρεί το NBC News, «ο Τραμπ πέρασε μεγάλο μέρος του ντιμπέιτ γέρνοντας προς τα εμπρός, με τα χέρια στο βήμα, μελαγχολώντας. Δεν κοίταζε τη Χάρις, ακόμη και όταν μιλούσε με ένταση για εκείνη, και αρκέστηκε να την δείχνει με το δάχτυλό του αποφεύγοντας να στρέψει το κεφάλι του. Ήταν ένα από τα πιο απτά σημάδια ότι ο Τραμπ απονευρώθηκε στο πρώτο τους ντιμπέιτ. Αντίθετα η Χάρις κουνούσε το κεφάλι με δυσπιστία, χαμογελούσε ή γελούσε ενώ σε κάποια στιγμή κοίταξε κατευθείαν τον Τραμπ βάζοντας το χέρι της στο πηγούνι σε μια υπερβολική χειρονομία σαν να ήθελε να δείξει ότι άκουγε ένα παραμύθι».
Η εικόνα αυτή, προσθέτει το αμερικανικό μέσο ενημέρωσης, ήταν τελείως διαφορετική από αυτή του χαμένου στον κόσμο του Τζο Μπάιντεν στο ντιμπέιτ του Ιουνίου «καθως φαίνεται ότι η Κάμαλα Χάρις έμαθε ότι οι κάμερες είναι πάντα ανοιχτές και η γλώσσα του σώματος είναι ένας κρίσιμος τρόπος επικοινωνίας με το κοινό». Πολλοί, δε, θυμήθηκαν ότι με τον ίδιο τρόπο είχε ξεκινήσει ο Τραμπ το (κερδισμένο για τον ίδιο) ντιμπέιτ του 2016 με τη Χίλαρι Κλίντον.
«Ο πήχης για τον Τραμπ ήταν χαμηλός αλλά κατέφερε να τον περάσει από κάτω» γράφει η αρθρογράφος του Guardian, Moira Donegan, η οποία σε δική της ανάλυση σημειώνει ότι «ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ έκανε ελάχιστα για να διαψεύσει την ανησυχία των Ρεπουμπλικανών ότι δεν έχει την αντοχή ή την πνευματική οξύτητα για να κερδίσει την Κάμαλα Χάρις σε μια κρίσιμη στιγμή ενόψει των εκλογών του Νοεμβρίου που αποδείχθηκε καταστροφική για τον ίδιο».
«Η Χάρις έβαλε τον Τραμπ σε θέση άμυνας σε ένα άγριο ντιμπέιτ» εκτιμά το BBC προσθέτοντας ότι «σε ένα έντονο 90λεπτό η Χάρις εξαπέλυσε συχνά προσωπικές επιθέσεις που αποπροσανατόλισαν τον Τραμπ και ανέβασαν τη θερμοκρασία».
«Η Κάμαλα Χάρις μπήκε στο πετσί του Τραμπ και τον "πυροδότησε"» γράφει η Washington Post με συνεργάτη της αντιπροέδρου των ΗΠΑ να αποκαλύπτει ότι αυτή ήταν η στρατηγική της εδώ και ημέρες προκειμένου να ταράξει τον πρώην πρόεδρο από τη στιγμή που θα ανέβαινε στη σκηνή του ντιμπέιτ που πραγματοποιήθηκε στη Φιλαδέλφεια. «Η εμφάνιση της Χάρις και οι συχνά εκνευρισμένες αντιδράσεις του Τραμπ απέδειξαν πόσο έχει αλλάξει η δυναμική του πολιτικού σκηνικού στις ΗΠΑ από τη στιγμή που ο Μπάιντεν ανακοίνωσε την απόσυρσή του» συμπληρώνει η Post.
Ως επιτυχία για την Κάμαλα Χάρις είδε το χθεσινοβραδυνό debate o αρθρογράφος των New York Times, Ντέιβιντ Φάιρστοουν, ο οποίος επισημαίνει ότι η Δημοκρατική υποψήφια κατάφερε κάτι που δεν είχε πετύχει ο Τζο Μπάιντεν στη δεύτερη προεκλογική του εκστρατεία κατά του Ντόναλντ Τραμπ: Να αναγκάσει τον Ρεπουμπλικανό μεγιστάνα να δείξει τον πραγματικό εαυτό του, ώστε να αποκαλυφθούν «τα ψέματα και οι φαντασιοπληξίες του». (Διαβάστε περισσότερα εδώ)
Ο Τραμπ «υποτίμησε τη Χάρις» υποστηρίζει στην ανάλυσή του ο New Yorker με χαρκτηρισμούς όπως «μαρξίστρια» και «η χειρότερη αντιπρόεδρος στην ιστορία της χώρας μας» αλλά το σχέδιο της αντιπροέδρου των ΗΠΑ ήταν απλό:«να στήσει όσο το δυνατόν περισσότερες παγίδες στον Τραμπ και να περιμένει να πέσει κατευθείαν πάνω τους. Ξανά και ξανά, αυτό λειτούργησε. Τον έκανε να παραληρεί για τις δικαστικές υποθέσεις εναντίον του. Τον έκανε να επιμείνει στην άρνηση της αποδοχής του αποτελέσματος των προηγούμενων εκλογών και να καυχιέται για το πόσο καλά γνωρίζει τον Βλαντιμίρ Πούτιν».