Στα δικαστήρια φαίνεται ότι θα λύσουν τις διαφορές τους οι αμερικανικές εταιρείες λιανικής και οι εταιρείες έκδοσης πιστωτικών και χρεωστικών καρτών.
Η δικαστική μάχη των Ενώσεων μικρών και μεγάλων επιχειρήσεων λιανικής στις Ηνωμένες Πολιτείες εναντίον των εταιρειών Visa και MasterCard εξελίσετται εδώ και χρόνια και οι δύο πλευρές δεν έχουν καταφέρει να φτάσουν σε συμβιβασμό.
Οι λιανοπωλητές κατηγορούν τις εταιρείες Visa και MasterCard για αθέμιτο ανταγωνισμό και υπερβολικά uψηλές χρεώσεις σε κάθε συναλλαγή που πραγματοποιούν οι καταναλωτές στα καταστήματα.
Πριν από λίγες ημέρες, απέκτησαν έναν ακόμα επιχείρημα: το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης κατέθεσε μήνυση κατά της εταιρείας Visa για αθέμιτες πρακτικές που επιβάλλουν τεράστια κόστη στους καταναλωτές και τους εμπόρους.
Μιλώντας στο euronews ο επικεφαλής της μεγαλύτερης παγκόσμιας Ένωσης Εμπόρων NACS Χένρι Άρμουρ (Henry Armour) εξηγεί πόσο επιβαρύνται οι καταναλωτές και πώς ο υψηλός πληθωρισμός έχει αλλάξει τις καταναλωτικές συνήθειες.
«Οι περισσότεροι πελάτες μας είναι από τα μεσαία εισοδήματα και χαμηλότερα εισοδήματα» μας είπε ο Χένρι Άρμουρ. «Ο πληθωρισμός τους έπληξε σοβαρά. Βλέπουμε ότι οι καταναλωτές, μειώνουν τις αγορές τους, υποκαθιστούν τα προϊόντα που συνήθως χρησιμοποιούν με πιο φθηνά προϊόντα.
Σε ότι αφορά στα καύσιμα, αντί να γεμίζουν τα αυτοκίνητά τους, βάζουν βενζίνη για 20 δολάρια, 20 ευρώ τη φορά, το οποίο είναι πολύ ενδιαφέρον, γιατί έτσι και αλλιώς πρέπει να αγοράσουν τον ίδιο αριθμό λίτρων στη διάρκεια ενός μήνα επειδή πρέπει να πάνε στη δουλειά τους, αλλά βάζουν βενζίνη πιο συχνά επειδή έχουν λιγότερα χρήματα στην τσέπη τους κάθε φορά. Κάποιες κατηγορίες προϊόντων επηρεάζονται ιδιαίτερα αυτή την περίοδο.
Για παράδειγμα, τα γλυκά. Οι τιμές της ζάχαρης και οι τιμές του κακάο έχουν τριπλασιαστεί, τετραπλασιαστεί, οπότε οι τιμές των ζαχαρωτών έχουν ανέβει αρκετά και βλέπουμε τους καταναλωτές στα καταστήματά μας να αποφεύγουν την κατηγορία των ζαχαρωδών και αναζητούν λιγότερο ακριβά μπισκότα και ούτω καθεξής.»
Υπάρχει τρόπος να βοηθήσετε τους καταναλωτές από την πλευρά σας; Εννοώ, με προσφορές, καλύτερες τιμές, χαμηλότερες τιμές;
«Καταρχάς, πιστεύω ότι οι περισσότεροι λιανοπωλητές τροφίμων λειτουργούν με ένα πολύ μικρό περιθώριο κέρδους. Ο κλάδος μας λειτουργεί με 2%- 3% καθαρό περιθώριο κέρδους. Άρα, δεν υπάρχει πολύς χώρος για να κάνουμε εκπτώσεις,για παράδειγμα. Αλλά όλο και περισσότερο, οι καταναλωτές ψάχνουν για αξία. Oπότε, συνδυάζοντας προϊόντα, προσφέροντας έκπτωση, αυτά αυξάνουν την αξία του δολαρίου ή του ευρώ όσων αγοράζουν σε μία δεδομένη στιγμή. Έτσι, υπάρχουν πολλές προωθητικές ενέργειες αυτή την περίοδο.»
Ήσασταν πολύ επικριτικός στο παρελθόν για τις χρεώσεις των πιστωτικών καρτών που επιβάλλουν οι εταιρείες έκδοσης. Γιατί πιστεύετε ότι αυτό είναι πρόβλημα και πώς επηρεάζει τον καταναλωτή; Υπάρχει τρόπος να προστατευθεί να προστατευτεί ο καταναλωτής;
«Επιτρέψτε μου να το πω πολύ απλά, οι χρεώσεις των πιστωτικών καρτών είναι σαν ένας ιδιωτικός φόρος σε κάθε συναλλαγή. Αν η κυβέρνηση, για παράδειγμα, αυξήσει τον φόρο στα τρόφιμα, αυξήσει τον φόρο στη βενζίνη, αυξήσει τον φόρο στα τσιγάρα, οι εταιρείες πιστωτικών καρτών παίρνουν ένα ποσοστό από αυτό, σωστά; Οπότε είναι ένας ιδιωτικός φόρος που πηγαίνει αποκλειστικά στις εταιρείες πιστωτικών καρτών και μπορεί να είναι πολύ υψηλός.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι περίπου 2,8%. Αλλά σε περιοχές όπως η Λατινική Αμερική, φτάνει στο 5%. Προφανώς, αυτό αυξάνει το κόστος που πρέπει να πληρώσουν οι καταναλωτές.
Ακόμα και ο καταναλωτής που πληρώνει με μετρητά. Και ο λόγος είναι ότι ο λιανοπωλητής πρέπει να απορροφήσει αυτές τις χρεώσεις και αυξάνει τις τιμές για τα πάντα, είτε οι άνθρωποι πληρώνουν με μετρητά ή όχι, είναι η ίδια τιμή. Οπότε επηρεάζει δραματικά τους καταναλωτές.
Πέρυσι στα παντοπωλεία στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι χρεώσεις των πιστωτικών καρτών έφτασαν σχεδόν στα 20 δισεκατομμύρια δολάρια. Και τα λειτουργικά κέρδη στον κλάδο ήταν περίπου 17 δισεκατομμύρια. Έτσι, στην πραγματικότητα, οι εταιρείες καρτών βγάζουν περισσότερα χρήματα από ότι οι λιανοπωλητές σε μια ψηφιακή συναλλαγή με πολύ μικρό μεταβλητό κόστος.»
Υπάρχει τρόπος να αλλάξει αυτό;
«Νομίζω μόνο με νομοθετική ρύθμιση. Όταν ορισμένες χώρες κατάλαβαν ότι οι ψηφιακές συναλλαγές με κάρτες είνα ένα δημόσιο αγαθό, όπως το ηλεκτρικό ρεύμα ή τα καύσιμα, το φυσικό αέριο για τα σπίτια και ούτω καθεξής, επέβαλαν κανόνες σε αυτό το πλαίσιο. Καθόρισαν ένα ποσοστό προσαρμοσμένο στον κίνδυνο.
Για παράδειγμα, στην ΕΕ, το ποσοστό είναι περίπου 2,4%, το οποίο είναι επτά φορές χαμηλότερο από ό,τι είναι στις ΗΠΑ επειδή στις ΗΠΑ δεν έχει νομοθετηθεί ως δημόσιο αγαθό. Οπότε νομίζω ότι η νομοθετική ρύθμιση είναι ίσως ο πιο αποτελεσματικός τρόπος. Στις αγορές, στις χώρες όπου αυτό δεν είναι εφικτό, τότε, υπάρχουν δικαστικές διαμάχες.
Η Ένωση NACS όπου είμαι πρόεδρος έχει ξεκινήσει τη μεγαλύτερη δικαστική δίωξη για αθέμιτο ανταγωνισμό κατά της Visa και της MasterCard. Βρίσκεται σε εξέλιξη εδώ και 20 χρόνια και οδηγείται επιτέλους σε μια δίκη.
Το Υπουργείο Δικαιοσύνης των Ηνωμένων Πολιτειών κατέθεσε μια αντιμονοπωλιακή αγωγή κατά της Visa για μονοπωλιακές πρακτικές. Αλλά είναι ένα μεγάλο πρόβλημα και πραγματικά στη ρίζα του είναι η χρηματιστικοποίηση των περισσότερων οικονομιών, κατά την οποία τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα παίρνουν μερίδιο από κάθε συναλλαγή που πραγματοποιείται.»