Σε μια χώρα όπου η θάλασσα δεν αποτελεί μόνο τοπίο, αλλά ταυτότητα, η ναυτιλία είναι κάτι παραπάνω από ισχυρός οικονομικός πυλώνας.
Σήμερα, πιο πολύ από κάθε άλλη φορά, σε μια εποχή όπου η παγκόσμια ναυτιλία αλλάζει, ψηφιοποιείται και αποκτά περιβαλλοντικούς στόχους, η Ελλάδα έχει όχι μόνο λόγο, αλλά και καθήκον να επενδύσει περισσότερο στη γνώση. Όχι για να κρατήσει τα πρωτεία από συνήθεια, αλλά για να διατηρήσει την επιρροή της, με διάρκεια και ποιότητα.
Η σημασία των ναυτιλιακών ως αντικείμενο σπουδών
Το φάσμα της ναυτιλίας δεν περιορίζεται στον παραδοσιακό ρόλο του αξιωματικού ή του πλοιάρχου. Αντίθετα, ξεδιπλώνεται σε ένα ολόκληρο σύμπαν εξειδικεύσεων: ναυτιλιακή διοίκηση, maritime law, logistics, ασφάλειες, ναυπηγική τεχνολογία, χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, ακόμα και ψηφιακή μετάβαση του κλάδου μέσω του smart shipping.
Κι όλα αυτά, με τεράστιες δυνατότητες διεθνούς σταδιοδρομίας και προσβασιμότητα σε έναν κλάδο που δεν πρόκειται να “ξεμείνει” ποτέ από δουλειές. Με βάση αυτά τα δεδομένα, προκαλεί σχεδόν απορία το γεγονός ότι τα ναυτιλιακά προγράμματα δεν φιγουράρουν μόνιμα στα μηχανογραφικά των νέων παιδιών.
Και το θέμα δεν είναι η έλλειψη επιλογών. Σύγχρονες σχολές ναυτιλιακών σπουδών, όπως στο Πανεπιστήμιο Πειραιά, το Αιγαίου ή το Διεθνές Πανεπιστήμιο Ελλάδας, αλλά και σε ιδιωτικά κολλέγια, προσφέρουν αξιόλογα εκπαιδευτικά προγράμματα σπουδών για τον ναυτιλιακό κλάδο που καλύπτουν ένα ευρύτατο φάσμα.
Η παγκόσμια βαρύτητα της ελληνικής ναυτιλίας
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Ενώσεως Ελλήνων Εφοπλιστών, η ελληνική ναυτιλία παραμένει κυρίαρχη δύναμη στο παγκόσμιο εμπόριο, με τους Έλληνες πλοιοκτήτες να ελέγχουν περισσότερο από το 20% της διεθνούς εμπορικής χωρητικότητας (deadweight).
Η χώρα μας κατέχει την κορυφαία θέση σε επίπεδο πλοιοκτησίας παγκοσμίως, θέση που διατηρεί σταθερά εδώ και δεκαετίες, ενισχύοντας διαρκώς τον στόλο της. Ενδεικτικά, την τελευταία δεκαετία η συνολική μεταφορική ικανότητα του ελληνόκτητου στόλου, που αριθμεί περισσότερα από 5.500 πλοία, έχει αυξηθεί κατά 53,5%, γεγονός που αποτυπώνει την έντονη αναπτυξιακή του πορεία.
Ένα ακόμη χαρακτηριστικό που ξεχωρίζει την ελληνική ναυτιλία είναι η έντονα διασυνοριακή της δραστηριότητα: πάνω από το 98% της χωρητικότητας του ελληνόκτητου στόλου αξιοποιείται σε μεταφορές μεταξύ τρίτων χωρών, και όχι από ή προς την Ελλάδα. Αυτός ο ρόλος του “διαμεσολαβητή” του παγκόσμιου εμπορίου, σε συνδυασμό με τη μαζικότητα και την τεχνολογική εξέλιξη του στόλου, καθιστά τη χώρα αναπόσπαστο κρίκο της παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας.
Από το λιμάνι του νησιού, στις αγορές του κόσμου
Η ναυτιλία είναι ίσως ο πιο άμεσος τρόπος με τον οποίο η Ελλάδα, και ειδικά τα νησιά της, συνδέονται με τον… έξω κόσμο. Κι αυτή η σύνδεση, δεν είναι μόνο οικονομική αλλά και βαθιά κοινωνική.
Όταν ένας νέος από τη Σύρο, τη Χίο ή την Κάλυμνο επιλέγει να σπουδάσει ναυτιλιακά, “μεταφράζει” τον τόπο του σε κάτι διεθνές. Με τα εφόδια της εκπαίδευσης, το παιδί του νησιού δεν εγκλωβίζεται στα στενά γεωγραφικά όρια της πατρίδας του. Αντιθέτως, μαθαίνει να στέκεται σε παγκόσμια meetings, να εργάζεται με πολυεθνικά πληρώματα, να λειτουργεί σε ώρα… Σιγκαπούρης.
Αυτός είναι ίσως και ο ρόλος της ναυτιλιακής εκπαίδευσης που συζητιέται λιγότερο: ως εργαλείο κοινωνικής κινητικότητας. Σε μια Ελλάδα που δεν έχει πάντα ίσες ευκαιρίες για όλους, τα ναυτιλιακά επαγγέλματα παραμένουν μια διέξοδος με χειροπιαστά οφέλη και ταυτόχρονα μια γέφυρα μεταξύ του τοπικού και του παγκόσμιου.
Σε έναν κόσμο που κινείται με ταχύτητες μεγαλύτερες από τις μηχανές των bulk carriers, η Ελλάδα έχει μια μοναδική ευκαιρία: να διδάξει τη ναυτιλία όπως διδάσκεται η τέχνη στην Ιταλία ή η τεχνολογία στην Κορέα. Όχι ως αναγκαιότητα, αλλά ως πολιτιστικό και στρατηγικό της DNA.