«ΓΥΝΑΙΚΑ, ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ ΜΕΓΑΛΗ Η ΠΙΣΤΗ ΣΟΥ. ΑΣ ΓΙΝΕΙ ΟΠΩΣ ΕΣΥ ΘΕΛΕΙΣ»
Όταν ο Ιησούς αναχώρησε για την περιοχή της Τύρου και της Σιδώνας, τότε μια γυναίκα Χαναναία βγήκε έξω από τα όρια της περιοχής εκείνης και του φώναζε δυνατά: «Ελέησε με, Κύριε, Υιέ του Δαυίδ. Η θυγατέρα μου βασανίζεται από δαιμόνιο». Αυτός δεν της απαντούσε λέξη. Τον πλησίασαν τότε οι μαθητές του και τον παρακαλούσαν: «Διώξε την, γιατί μας ακολουθεί και φωνάζει». Ο Ιησούς είπε: «Έχω αποσταλεί μόνο για τους πλανεμένους Ισραηλίτες». Εκείνη όμως ήρθε και τον προσκύνησε λέγοντας: «Κύριε, βοήθησέ με». Αυτός της αποκρίθηκε: « Δεν είναι σωστό να πάρει κανείς το ψωμί των παιδιών και να το πετάξει στα σκυλιά. «Ναι Κύριε», είπε εκείνη, «αλλά και τα σκυλιά τρώνε από τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι των κυρίων τους». Τότε ο Ιησούς τής απάντησε: «Μεγάλη είναι η πίστη σου, γυναίκα! Ας γίνει όπως το θέλεις». Κι από κείνη την ώρα γιατρεύτηκε η θυγατέρα της.
Το σημερινό Ευαγγελικό ανάγνωσμα της Κυριακής μάς μιλά για μια γυναίκα, τη Χαναναία. Το όνομά της δηλώνει την καταγωγή της. Η πατρίδα της βρισκόταν στα σύνορα του Ισραήλ. Η Χαναναία μπορούμε να πούμε ότι εκπροσωπεί τον εθνικό και ειδωλολατρικό κόσμο. Από τους παραδοσιακούς Ισραηλίτες δεν θεωρείται μόνο αλλοεθνής, άλλα και αλλόθρησκη. Καθώς ο Ιησούς Χριστός πλησίαζε, αυτή έτρεξε και του φώναζε «ελέησον με, Κύριε». Η δυστυχισμένη Χαναναία επιθυμούσε πάρα πολύ να γνωρίσει τον Κύριο, επειδή η πίστη που είχε μέσα της φλόγιζε την καρδιά της από αγάπη. Είχε ένα κορίτσι δυστυχισμένο, πού το σπάρασσε το πονηρό πνεύμα. Η Χαναναία ζητούσε το έλεος του Θεού, γιατί δεχόταν πως ο Ιησούς Χριστός είναι ο απεσταλμένος του Θεού, ο Μεσσίας. Αυτός που έχει την εξουσία να συγχωρεί τις αμαρτίες των ανθρώπων και να χαρίζει το έλεος και την αγάπη του. Αναγνώρισε λοιπόν η γυναίκα εκείνη τον εξουσιαστή των όλων, τον Κύριο της και Θεό της.
Ο Ιησούς Χριστός στην αρχή δε δίνει σημασία στις παρακλήσεις της Χαναναίας. Δεν της απαντάει καθόλου. Εκείνη όμως εξακολουθεί να φωνάζει: «Ελέησε με, Κύριε, υιέ του Δαβίδ». Ο Κύριος για να δοκιμάσει περισσότερο την πίστη της γυναίκας τής λέγει: «Δεν είναι σωστό να πάρω το ψωμί, που είναι για τα παιδιά, δηλαδή για τους Ισραηλίτες, και να το δώσω στους εθνικούς, δηλ. στους ειδωλολάτρες». Η πίστη όμως της γυναίκας κορυφώθηκε με την απάντηση που έδωσε στον Κύριο: «Έχεις δίκιο, Κύριε, του λέγει. Όμως και τα σκυλάκια (οι εθνικοί) τρώνε από τα ψίχουλα, που πέφτουν από το τραπέζι των κυρίων τους». Έφτασε όμως η στιγμή για να φανερώσει ο Κύριος αυτή την υπέροχη πίστη της Χαναναίας. Γι’ αυτό και της λέγει μπροστά σ’ όλον τον κόσμο: «Γυναίκα, είναι πολύ μεγάλη η πίστη σου. Ας γίνει όπως εσύ θέλεις». Και αμέσως συντελέστηκε το θαύμα και θεραπεύτηκε η άρρωστη θυγατέρα της.
Το δίδαγμα που βγαίνει από τη σημερινή ευαγγελική περικοπή είναι να αποκτήσουμε τη πίστη της πονεμένης εκείνης γυναίκας. Η Χαναναία γυναίκα δείχνει σ’ όλους μας το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουμε για να αποκτήσουμε αυτή την πίστη στη ζωή μας. Ας μάθουμε από αυτή τη δασκάλα της υπομονής, πως πρέπει να επιμένουμε στις προσευχές, με υπομονή και ταπείνωση. Ας μάθουμε, έστω και αν είμαστε ανάξιοι, έστω και αν διωχθούμε, να ζητάμε μέσα από την ψυχή μας το έλεος του Κυρίου. Ας αποκτήσουμε και εμείς τη ζωντανή πίστη της γυναίκας αυτής, που ήταν γεμάτη από αγάπη για τον Ιησού Χριστό. Και βέβαια αυτό ήταν που την έσωσε και χάρισε στη θυγατέρα της τη θαυματουργική θεραπεία.
Οι Ιουδαίοι είχαν αναπτύξει από αιώνες την πεποίθηση ότι είναι ο εκλεκτός λαός του Θεού. Στους χρόνους του Ιησού η πίστη αυτή είχε οδηγήσει ορισμένους κύκλους στην περιφρόνηση όλων των άλλων λαών, τους οποίους θεωρούσαν ακάθαρτους και προορισμένους για την καταστροφή. Πίστευαν ακόμη ότι η περιφρόνηση αυτή ήταν σύμφωνη με το θέλημα του Θεού, αφού θεωρούσαν τον Θεό υποχρεωμένο να παίρνει το μέρος τους. Η σκληρή, λοιπόν, στάση του Ιησού δεν στρεφόταν κατά της δυστυχισμένης εκείνης γυναίκας, αλλά κατά των αντιλήψεων αυτών, φορείς των οποίων ήταν και οι μαθητές του.
Στρέφεται όμως ο Κύριος και ενάντια σε ανάλογες αντιλήψεις που έχουν αναπτύξει και σήμερα διάφορες ομάδες χριστιανών. Δεν είναι λίγοι εκείνοι οι χριστιανοί που, βέβαιοι για τη δική τους σωτηρία, αντιμετωπίζουν με περιφρόνηση όσους δεν τελούν με την ίδια επιμέλεια τα θρησκευτικά τους καθήκοντα. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που, όταν νηστεύουν, κατακρίνουν όσους δεν κάνουν το ίδιο ή, όταν πηγαίνουν στην εκκλησία, σκέφτονται επιτιμητικά για όσους δεν εκκλησιάζονται. Τέλος, δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι ως Έλληνες και ως χριστιανοί Ορθόδοξοι είναι προικισμένοι με ιδιαίτερα προνόμια από τον Θεό, ότι ο Θεός είναι δικός τους και σχεδόν υποχρεωμένος να τους υποστηρίζει. Απέναντι σ’ αυτές τις βεβαιότητες ο Χριστός απαντά μέσα από τη σύντομη αυτή ευαγγελική περικοπή ότι ο Θεός δεν δεσμεύεται ούτε από την καταγωγή, αλλά ούτε ακόμη και από τις τελετές και τις προσφορές των ανθρώπων.
Σ’ όλα αυτά πρέπει να προσθέσουμε πως η αληθινή πίστη οδηγεί τον άνθρωπο και στην αρετή της ταπεινοφροσύνης. Η προσευχή και η ταπεινοφροσύνη θα μας βοηθήσουν να αποκτήσουμε αυτή τη ζωντανή και, γεμάτη από αγάπη, πίστη. Όπως η Χαναναία, έτσι και εμείς, ας γονατίσουμε και ας παρακαλέσουμε τον Ιησού Χριστό, με ταπείνωση, να μας βοηθήσει να αξιωθούμε τη Χάρη Του.