Ένα ακόμη σημαντικό βήμα προς τη δημιουργία του πρώτου αεροσκάφους 5ης γενιάς εγχώριας ανάπτυξης πραγματοποίησε η Τουρκία, με την παρθενική πτήση του ΚΑΑΝ. Το μαχητικό που κατασκευάζει η TAI (Turkish Aerospace Industries) φιλοδοξεί να αποτελέσει την εναλλακτική επιλογή της Αγκυρας για αεροσκάφος με χαρακτηριστικά 5ης γενιάς, μετά την αποβολή της από τα F-35. Παρόλο που απέχει πολύ από την επιχειρησιακή αξιοποίηση, η επιτυχημένη πτητική δοκιμή της Τετάρτης δείχνει ότι το πρόγραμμα, αν και με μικρές καθυστερήσεις, εξελίσσεται εντός χρονοδιαγράμματος.
Τι γνωρίζουμε για την πτήση του ΚΑΑΝ
Το πρωτότυπο ΚΑΑΝ απογειώθηκε από την αεροπορική βάση Μούρτεντ στα βόρεια της Aγκυρας. Πρόκειται για το αεροδρόμιο που βομβαρδίστηκε από την τουρκική κυβέρνηση το 2016 κατά τη διάρκεια του αποτυχημένου πραξικοπήματος. Σύμφωνα με πληροφορίες, η παρθενική του πτήση είχε διάρκεια 13 λεπτών. Από την απαγκίστρωση και καθ’ όλη τη διάρκεια της σύντομης πτήσης του, το ΚΑΑΝ συνοδευόταν για λόγους ασφαλείας από δύο τουρκικά F-16 που παρατηρούσαν τη συμπεριφορά του στον αέρα.
Το πρωτότυπο αεροσκάφος πέταξε σε ύψος 8.000 ποδών με ταχύτητα 230 κόμβων. Το μαχητικό δεν πραγματοποίησε ελιγμούς με μεγάλο φόρτο και προσγειώθηκε ομαλά, χρησιμοποιώντας το αλεξίπτωτο ανάσχεσης. Χειριστής ήταν ο έμπειρος πιλότος δοκιμών Μπαρμπαρός Ντεμιρμπάς, ο οποίος χειροκροτήθηκε κατά την επιστροφή του στην τουρκική βάση. Η επιτυχημένη δοκιμή αποτελεί χωρίς αμφιβολία αξιοπρόσεκτο επίτευγμα της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας, αν και το αεροπλάνο δεν διαθέτει, προς το παρόν, συστήματα αποστολής, ραντάρ, αισθητήρες και σύστημα μάχης.
Τα επόμενα βήματα
Η Αγκυρα υπολογίζει ότι το εγχώριας κατασκευής ΚΑΑΝ θα μπορέσει να αξιοποιηθεί επιχειρησιακά μετά το 2030. Αν και πρόκειται για μάλλον αισιόδοξη πρόβλεψη, είναι δεδομένο ότι η ανάπτυξή του που ξεκίνησε το 2016 αποτελεί «δεξαμενή» πολύτιμης τεχνογνωσίας για την τουρκική αμυντική βιομηχανία. Επιπλέον, μειώνει τον βαθμό εξάρτησης της Τουρκίας από οπλικά συστήματα που κατασκευάζονται στη Δύση και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ωστόσο, το βασικό πρόβλημα του ΚΑΑΝ παραμένει η εξεύρεση κινητήρα. Για την πρώτη αλλά και τις επόμενες προγραμματισμένες πτήσεις ανάπτυξης, το ΚΑΑΝ «δανείζεται» τους κινητήρες F110-GE-129 των F-16, με σχετική άδεια από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο στόχος της ΤΑΙ είναι σε μελλοντική έκδοση του αεροσκάφους να χρησιμοποιηθεί ο εγχώριος κινητήρας που αναπτύσσεται μεταξύ της τουρκικής KALE και της βρετανικής Rolls-Royce.
Αλλωστε, σε μεγάλο ποσοστό, το ΚΑΑΝ αποτελείται από συστήματα και απάρτια που παράγονται εκτός Τουρκίας. Σημαντικό μερίδιο συμμετοχής στον σχεδιασμό του έχει η βρετανική BAE Systems, ενώ κρίσιμα συστήματα κατασκευάζονται στη Νότια Κορέα, την Ουκρανία και άλλες χώρες. Το σύστημα ηλεκτρονικού πολέμου όπως και το ραντάρ τεχνολογίας AESA έχει αναλάβει η τουρκική Aselsan, το οποίο, σύμφωνα με τους κατασκευαστές του, θα μπορεί να καθοδηγεί όλη την γκάμα των όπλων που παράγονται από την τουρκική βιομηχανία.
Στη φάση της βιομηχανικής παραγωγής, η Aγκυρα υποστηρίζει ότι το ΚΑΑΝ θα διαθέτει δυνατότητα υπερηχητικής πτήσης χωρίς τη χρήση μετάκαυσης και χαμηλό RCS (ραδιοδιατομή), δηλαδή θα ανιχνεύεται με δυσκολία από τα εχθρικά ραντάρ. Ισχυρίζεται ότι θα γίνεται σύντηξη δεδομένων για καλύτερη επίγνωση και αποτύπωση της τακτικής εικόνας, θα διαθέτει εξελιγμένο σύστημα επικοινωνιών και θα εξοπλίζεται με βλήματα ακρίβειας Αέρος / Αέρος και Αέρος / Εδάφους μεγάλου βεληνεκούς (Stand Off).
Ισορροπία δυνάμεων
Ακόμη και αν όλα τα παραπάνω επαληθευτούν, κάτι για το οποίο απαιτούνται χρόνια εξαντλητικών δοκιμών, η ισορροπία δυνάμεων ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία, τουλάχιστον σε επιχειρησιακό επίπεδο, δεν αναμένεται να αλλάξει ιδιαίτερα, όπως αναφέρουν στην «Κ» έμπειροι αξιωματικοί της Πολεμικής Αεροπορίας.
Η Ελλάδα, σύμφωνα με τα τωρινά δεδομένα, θα μπει νωρίτερα στην 5η γενιά μαχητικών και την εποχή των δικτυοκεντρικών επιχειρήσεων με το F-35. Οι χειριστές της Πολεμικής Αεροπορίας θα αποκτήσουν σημαντικό προβάδισμα στη χρήση «στελθ» αεροσκαφών, ανάλογο με αυτό που έχουν τα πληρώματα των υποβρυχίων 214 έναντι των αντίστοιχων τουρκικών αλλά και οι πιλότοι των F-16 Viper που ήδη «γράφουν» ώρες στο Αιγαίο, ενώ οι Τούρκοι θα έχουν τα νέα F-16 στα χέρια τους μετά το 2027.
Επιπλέον, τα Rafale που ήδη διαθέτει η Πολεμική Αεροπορία, είναι εξοπλισμένα με αισθητήρες και όπλα, ικανά να εντοπίσουν και να εξουδετερώσουν απειλές, ακόμη και με χαμηλό RCS από μεγάλη απόσταση χωρίς να γίνουν αντιληπτά. Τα γαλλικά μαχητικά σε συνδυασμό με τις δυνατότητες αεράμυνας περιοχής των νέων φρεγατών FDI του Πολεμικού Ναυτικού επιβάλλουν άρνηση περιοχής ακόμη και στα πιο σύγχρονα μαχητικά.
Ενα ακόμη ζήτημα που έχει να ξεπεράσει η Τουρκία με το ΚΑΑΝ είναι η επίτευξη οικονομίας κλίμακος. Ενα τόσο μεγάλο πρόγραμμα δεν μπορεί να είναι οικονομικά βιώσιμο αν δεν έχει εξαγωγικό χαρακτήρα. Εκτός από την Ουκρανία, το Αζερμπαϊτζάν και το Πακιστάν που έχουν δηλώσει ένα πρώιμο ενδιαφέρον, η εξαγωγική επιτυχία του ΚΑΑΝ αποτελεί μια δύσκολη εξίσωση με πολλές αστάθμητες παραμέτρους για την Αγκυρα.
Ωστόσο, δεν μπορεί κανείς να αμφισβητήσει το στρατηγικό όφελος της Τουρκίας. Ακόμη και αν δεν ενταχθεί ποτέ σε υπηρεσία, το ΚΑΑΝ αποτελεί απόδειξη της αναβάθμισης των τεχνολογικών ικανοτήτων της αμυντικής βιομηχανίας των γειτόνων. Αρκεί να σκεφθεί κανείς ότι σε διάστημα 24 μηνών, πραγματοποιήθηκαν οι παρθενικές πτήσεις τεσσάρων τουρκικών αεροσκαφών. Πρόκειται για το ΚΑΑΝ, τα μη επανδρωμένα Anka-3, Bayraktar TB3 και το UAV μαχητικό Kizilelma.