Όσο ήταν ο Ιησούς και οι μαθητές του στην Καισάρεια του Φιλίππου, τους αποκάλυψε ότι ήταν ο υπεσχημένος Μεσσίας και ότι επρόκειτο να θανατωθεί και μετά από τρείς ημέρες να αναστηθεί. Κάποια στιγμή κάλεσε τον κόσμο μαζί με τους μαθητές κοντά του και τους είπε: «Όποιος θέλει να με ακολουθήσει, ας απαρνηθεί τον εαυτό του, ας σηκώσει το σταυρό του κι ας με ακολουθεί. Γιατί όποιος θέλει να σώσει τη ζωή του θα τη χάσει. Όποιος όμως χάσει τη ζωή του εξαιτίας μου και εξαιτίας του ευαγγελίου, αυτός θα τη σώσει. Τι θα ωφεληθεί ο άνθρωπος αν κερδίσει ολόκληρο τον κόσμο αλλά χάσει τη ζωή του; Τι μπορεί να δώσει ο άνθρωπος αντάλλαγμα για τη ζωή του; Όποιος, ζώντας μέσα σ’ αυτή τη γενιά την άπιστη κι αμαρτωλή, ντραπεί για μένα και για τη διδασκαλία μου, θα ντραπεί γι’ αυτόν και ο Υιός του Ανθρώπου, όταν έρθει με όλη την λαμπρότητα του Πατέρα του, μαζί με τους αγίους αγγέλους». Τους έλεγε ακόμη ο Ιησούς: «Σας βεβαιώνω πως υπάρχουν μερικοί ανάμεσα σ’ αυτούς που βρίσκονται εδώ, οι οποίοι δε θα γευτούν θάνατο, πριν δουν να έρχεται δυναμικά η βασιλεία του Θεού» (Μάρκ. 8,34-9,1).
Παράλληλα με την άρνηση όλων των καταστάσεων, αποφάσεων και πράξεων που γαντζώνουν τον άνθρωπο γερά στις δικές του δυνάμεις, στις οποίες, και ένεκα των οποίων, βασίζεται δυστυχώς για να ζήσει -αλλά και οι οποίες διαιωνίζουν την αμαρτία του (όταν αποδίδουμε όλα τα χαρίσματα, ικανότητες, ‘τάλαντα’, άξιες πράξεις μας, όχι στην αγάπη του Θεού, αλλά στη δική μας αξιοσύνη και μεγαλείο)- ο πραγματικός μαθητής του Χριστού οφείλει να σηκώνει τον προσωπικό του σταυρό και να ακολουθεί σε όλα τον σταυρωθέντα Κύριο.
Το μήνυμα του Κυρίου είναι ότι αν, σε αντίθεση με τα ισχύοντα κοσμικά κριτήρια: (α) απαλλαχτούμε συνειδησιακά και καθημερινά από τη ζωή της αποτυχίας, της πτώσης, της υπερηφάνειας, της καταξίωσης, της δόξας, του ιδιοτελούς πλουτισμού, του εωσφορικού μεγαλείου, των ενστίκτων και (β) αγκαλιάσουμε τον Χριστό με τα καρφιά του (δεχόμενοι να θυσιαζόμαστε για τις αξίες και τα ιδανικά μιας ανώτερης ζωής, υπέρ των άλλων, των πραγματικών αναγκών τους και για ό,τι καταξιώνει την έννοια ‘άνθρωπος’), τότε επιτυγχάνουμε πραγματικά αυτό για το οποίο δημιουργηθήκαμε, τελειοποιούμεθα καθ’ οδόν ως πρόσωπα (όχι ως άτομα και με τις δικές μας δυνάμεις), και ενωνόμαστε αληθινά μαζί Του, ενώ ζούμε την διδασκαλία του, όχι επιδερμικά, αλλά ουσιαστικά.
Όποιος πιστεύει στον Χριστό και το έργο του οφείλει να το παραδέχεται και μπροστά στους άλλους, να μην ντρέπεται γι’ αυτό και να το διαλαλεί, αφού στην αντίθετη περίπτωση προδίδει και δεν αποτελεί γνήσιο μαθητή του Ουράνιου, και σαρκωθέντος για την ημών σωτηρία, Δασκάλου.
Μιλώντας, τέλος, ο Χριστός για την δυναμικά και συντόμως ερχόμενη βασιλεία Του εννοεί την πνευματική σχέση των πιστών μαζί Του και την θέα της ακτίστου δόξης Του, όπως φάνηκε στην Μεταμόρφωσή Του, όπως καθιερώθηκε δια της Πεντηκοστής, και όπως επιτυγχάνεται δια της μυστηριακής εκκλησιαστικής και λειτουργικής ζωής των πιστών.